knowledgeable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | knowledgeable |
συγκριτικός | more knowledgeable |
υπερθετικός | most knowledgeable |
παραθετικά | |
θετικός | knowledgeable |
συγκριτικός | more knowledgeable |
υπερθετικός | most knowledgeable |