Μετάβαση στο περιεχόμενο

Renault 4

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Renault 4
Renault 4 GTL του 1984, γερμανικής ταξινόμησης, στο Βερολίνο
Σύνοψη
Κατασκευαστής Renault
Εναλλακτική ονομασίαRenault R3
Renault R4
ΠαραγωγήΙούλιος 1961 — Δεκέμβριος 1992
(έως το 1994 στη Σλοβενία)
Αμάξωμα και σασί
ΚατηγορίαΜικρό οικονομικό αυτοκίνητο
Αμάξωμα5-πορτο station wagon
2-πορτο van
2-πορτο pick-up
ΔιαμόρφωσηΚινητήρας διαμήκης και μπροστά, εμπρόσθια κίνηση
Σχετική εξέλιξηRenault 5
Renault 6
Renault 7
Renault Rodeo
Σύστημα κίνησης
Κινητήρας603 cm³ (μόνο στο Renault 3)
747 cm³
782 cm³
845 cm³
956 cm³
1.108 cm³
Όλοι 4-κύλινδροι σε σειρά (I4), βενζίνης
ΜετάδοσηΑρχικά : 3-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο
Από το 1968 : 4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο
Χωρητικότητα καυσίμου34 λίτρα
Διαστάσεις
Μεταξόνιο2.440 χιλιοστά (δεξιά)[1]
2.395 χιλιοστά (αριστερά)
Μήκος3.663 χιλιοστά
Πλάτος1.485 χιλιοστά
Ύψος1.470 χιλιοστά
Κενό Βάρος600 - 750 κιλά
Χρονολόγιο
Προηγούμενο μοντέλοRenault 4CV
Επόμενο μοντέλοRenault Twingo

Το Renault 4, γνωστό επίσης και ως 4L (γαλλικά: Quatrell, Κατρέλ), ήταν μικρό οικονομικό αυτοκίνητο που παρήχθη από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Renault, από τον Ιούλιο του 1961[2] έως τις αρχές Δεκεμβρίου του 1992, αν και η παραγωγή του ειδικά στη Σλοβενία έφτασε έως το 1994. Υπήρξε το πρώτο μη επαγγελματικό προσθιοκίνητο μοντέλο της Renault, καθώς είχε προηγηθεί το μπροστοκίνητο επαγγελματικό βαν Estafette, το 1959.

Το μοντέλο ήταν η απάντηση της Renault στο εξαιρετικά δημοφιλές Citroën 2CV και παρουσιάστηκε σε μια εποχή που η αρχική μεταπολεμική στασιμότητα είχε αρχίσει να αλλάζει σε έντονη οικονομική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα την ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση για αυτοκίνητα, τόσο στη Γαλλία, όσο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Το πρώτο 1 εκατομμύριο αντίτυπα του Renault 4 συμπληρώθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 1966,[3] ενώ συνολικά κατασκευάστηκαν 8.135.424 αντίτυπα μέχρι τη λήξη της παραγωγής του, με αποτέλεσμα το Renault 4 να γίνει μια επίσης τεράστια εμπορική επιτυχία και μάλιστα σε περισσότερες από 100 χώρες διεθνώς.

Το ξεχωριστό δάπεδο του σασί ενός Renault 4 της δεκαετίας του 1960. Φαίνεται η διάταξη με το κιβώτιο ταχυτήτων μπροστά από τον κινητήρα, καθώς και η ανεξάρτητη ανάρτηση και στους 4 τροχούς όλων των Renault 4.

Το Renault 4 είχε ανάρτηση μεγάλης διαδρομής, βασισμένη σε ράβδους στρέψης που δεν απαιτούσαν τακτική συντήρηση, τετρακύλινδρο υδρόψυκτο κινητήρα με σφραγισμένο σύστημα ψύξης που προσφέρει πολύ πιο στρωτή και ομαλή λειτουργία και υψηλότερη απόδοση από τα αντίστοιχης εποχής 2CV (καθώς μάλιστα όλοι οι κινητήρες των 2CV ήταν δικύλινδροι), με την ψύξη από σύστημα κλειστού κυκλώματος με δοχείο διαστολής. Επίσης, είχε καθίσματα τύπου «ξαπλώστρας» που μπορούσαν εύκολα να αφαιρεθούν και αμάξωμα που καθώς ήταν πλήρους πλάτους προσέφερε περισσότερο χώρο τόσο για τους επιβάτες όσο και για τις αποσκευές από το παρόμοιου μεγέθους 2CV. Όλα αυτά συνεπάγονταν ένα σχεδιασμό δομικής φύσης πολύ διαφορετικό από αυτό του Renault 4CV και του Renault Dauphine που είχε προηγουμένως επικρατήσει στη μάρκα και τα οποία μάλιστα είχαν τη διάταξη «κινητήρας πίσω, πίσω κίνηση», κοινώς «όλα πίσω», σε αντίθεση με το «όλα εμπρός» του Renault 4. Η ομάδα σχεδιασμού με επικεφαλής τον Robert Barthaud κατέβαλε σημαντική προσπάθεια για να καθιερώσει μια νέα ιδέα αυτοκινήτου, πιεζόμενη επίσης από την ανάγκη επίτευξης μιας σφιχτής τιμής πώλησης, δεδομένης της αγοράς για την οποία προοριζόταν. Η λύση έπρεπε να ξεπεράσει εμπορικά το Citroën 2CV, του οποίου η επιτυχία ήταν διαβόητη εκείνη την εποχή. Κάποιες ιδέες μάλιστα αντιγράφτηκαν απευθείας από το 2CV, όπως ο περιστροφικού τύπου μοχλός ταχυτήτων πάνω στο ταμπλό.

Ο περιστροφικού τύπου μοχλός ταχυτήτων του Renault 4.

Το μοντέλο γνώρισε τεράστια απήχηση σε πολλά κράτη της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, και άλλων ηπείρων διεθνώς, τόσο ως οικογενειακό, όσο και ως αστικό αυτοκίνητο, ενώ χρησιμοποιήθηκε ευρέως τόσο από τη γαλλική αστυνομία, όσο και από την ισπανική πολιτοφυλακή έως και τη δεκαετία του 1990. Επίσης, το Renault 4 ήταν σύμβολο της εποχής, πρωταγωνιστής σε ταινίες, ταξιδιώτης στην Αφρική, και μάλιστα, παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμία εντυπωσιακή εμφάνιση ή σπορ χαρακτήρα, συμμετείχε ακόμη και στο Ράλλυ Μόντε Κάρλο και γενικότερα σε πλήθος διαφορετικών ράλλυ, ιδίως στην ειδική 4-κίνητη έκδοση Sinpar 4x4. Γενικότερα, επίσης, το Renault 4 είχε ήδη δείξει την αντοχή του να ταξιδεύει σε αγροτικούς δρόμους και μη ασφαλτοστρωμένες διαδρομές, όπου το ίδιο δεν αντιμετώπιζε μεγάλες δυσκολίες.

Το αρχικό κιβώτιο ταχυτήτων ήταν ένα μηχανικό τριών ταχυτήτων, που σχολιάστηκε όμως τότε ως ένα παρωχημένο χαρακτηριστικό και ειδικά μάλιστα σε σύγκριση με το τετρατάχυτο μηχανικό κιβώτιο που έφερε εξ αρχής Citroën 2CV από την εισαγωγή του το 1948. Κατά μια ιστορική ειρωνεία, το νέο Renault 4 δεν κληρονόμησε τη μετάδοσή του από το τριτάχυτο χειροκίνητο κιβώτιο του προκατόχου Renault 4CV ούτε από κανέναν άλλο μοντέλο: το κιβώτιο ταχυτήτων είχε αναπτυχθεί πρόσφατα για το αυτοκίνητο. Τον πρώτο 1 χρόνο, η 1-η ήταν ασυγχρόνιστη, παρόλο που η χαμηλή ισχύς του κινητήρα απαιτούσε συχνές αλλαγές ταχυτήτων από τους οδηγούς που χρησιμοποιούσαν κανονικούς δρόμους, με αποτέλεσμα έντονες διαμαρτυρίες. Σε αυτό το σημείο η Renault αναγνώρισε γρήγορα το σφάλμα της και τα αυτοκίνητα που παρήχθησαν από το 1962 διέθεταν συγχρονισμό και στις τρεις σχέσεις. Το 1968, το Renault 4 έλαβε τελικά ένα κιβώτιο τεσσάρων ταχυτήτων.

Το 1981, ο ανεμιστήρας έγινε ηλεκτρικός και το ψυγείο τοποθετήθηκε αμέσως πίσω από την μπροστινή γρίλια. Ταυτόχρονα, το Renault 4 απέκτησε πιο μοντέρνο σχεδιασμό, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρουν τα πλαστικά υλικά. Από την πλευρά τους, τα μπροστινά φρένα απέκτησαν δισκόφρενα.

Renault 3 του 1962.

Αρχικά είχε εισαχθεί και μια πιο εισαγωγική και φθηνή έκδοση και με ακόμα μικρότερο κυβισμό, στα 603 cm³, το Renault 3, και μάλιστα επίσης τον Ιούλιο του 1961, ταυτόχρονα με το Renault 4. Έλαβε την ονομασία του έφερε κινητήρα τριών φορολογήσιμων ίππων, ενώ το Renault 4 έφερε εξ αρχής κινητήρα τεσσάρων φορολογήσιμων ίππων. Η τελική του ταχύτητα ήταν μόλις 90 χιλιόμετρα την ώρα, σε αντίθεση με το Renault 4, που αρχικά ξεκίνησε με τελική στα 100 ή 105 χιλιόμετρα την ώρα, αναλόγως με την έκδοση, και σύντομα άρχισε να αυξάνεται σταδιακά, φτάνοντας το μέγιστο έως και 125 χιλιόμετρα την ώρα.

Ωστόσο, το Renault 3 θεωρήθηκε από το κοινό ότι είχε εντελώς ανεπαρκή εξοπλισμό (ενδεικτικώς, δεν είχε ούτε ηλεκτρικό ανεμιστήρα θέρμανσης, ούτε εσωτερικά πάνελ επένδυσης θυρών[4]) και οι υποψήφιοι αγοραστές το απέφυγαν, και αυτό οδήγησε στη διακοπή της παραγωγής του τον Οκτώβριο του 1962, αφού είχαν παραχθεί μόλις 2.526 αντίτυπα, με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά σπάνιο και συλλεκτικό σήμερα.

Εκδοχές αμαξώματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η στάνταρ εκδοχή αμαξώματος, ήταν ένα πρακτικό 5-πορτο station wagon, που κυκλοφόρησε ως Berline και είχε αεροδυναμικό συντελεστή Cd 0,45. Παράλληλα, υπήρξε και έκδοση 2-πορτο βαν, γνωστή ως Renault 4 Fourgonnette, και κάποιες ειδικές εκδόσεις: τετρακίνητο Renault 4 Sinpar 4x4, εκδοχή 2-πορτο pick-up, η εκδοχή χωρίς πόρτες και οροφή Plein Air, μετατροπές για υγραέριο και μετατροπές σε ηλεκτροκίνητα.

Επειδή οι πίσω ράβδοι στρέψης της ανάρτησης του Renault 4 βρίσκονται η μία πίσω από την άλλη, το μεταξόνιο είναι μεγαλύτερο στη δεξιά πλευρά από ό,τι στην αριστερή.

Η εμφάνιση νέων και αυστηρότερων στάνταρ ασφαλείας, η καθιέρωση των ευρωπαϊκών προτύπων κατά της ρύπανσης Euro 1, τα οποία απαιτούσαν τη χρήση καταλυτικών μετατροπέων, καθώς και οι μεταρρυθμίσεις που επέτρεψαν τη χρήση αμόλυβδης βενζίνης, προστέθηκαν στο υψηλό κόστος μιας τέτοιας προσαρμογής και στην ηλικία του Renault 4. Το αποτέλεσμα ήταν η εταιρεία να μην επιλέξει να γίνουν οι απαραίτητες επενδύσεις για την προσαρμογή του στους νέους κανονισμούς. Η τελευταία χώρα όπου είχε μείνει ακόμα στην παραγωγή ήταν η Γιουγκοσλαβία και συγκεκριμένα στο έδαφος της μετέπειτα (από το 1991) Σλοβενίας, στο Νόβο Μέστο, όπου η παραγωγή του είχε ξεκινήσει στα μέσα της δεκαετίας του 1970, και τελικώς διακόπηκε οριστικά το 1994.

Απόδειξη της μεγάλης ιστορίας του, είναι ότι ακόμα και σήμερα τα Renault 4 είναι περιζήτητα από νοσταλγούς οπαδούς για τη μηχανική τους, την αξιοπιστία, τη χαμηλή κατανάλωση και κόστος συντήρησης, και την ευελιξία τους σε όλα τα είδη εδάφους, χάρη στην υψηλή απόσταση από το έδαφος και την ευέλικτη ανάρτηση.

Υπάρχουν πολλές λέσχες και ενώσεις φίλων του Renault 4 που πραγματοποιούν περιοδικά συναντήσεις σε όλο τον κόσμο, στις οποίες μπορεί να δει κανείς τόσο αυστηρά αυθεντικά μοντέλα, όσο και βελτιώσεις στους κινητήρες και στο σαλόνι του, μετασχηματισμούς που έγιναν στο αμάξωμά του, προσαρμογές σε χρήσεις για οδήγηση σε παραλία, μετατροπές για ορεινές χρήσεις κλπ.

Σημειώσεις και παραπομπές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Το μεταξόνιο ήταν μικρότερο στα αριστερά, καθώς οι πίσω τροχοί δεν ήταν αντικριστά μεταξύ τους.
  2. «Used Cars on test: 1962 Renault 4L». Autocar. 125 (3678): 372–373. 12 August 1966.
  3. «News and Views: 1M Renault 4». Autocar 124 (2651): 248. 4 February 1966. 
  4. Bellu, René (2001). "Automobilia". Toutes les voitures françaises 1962 (Salon Paris oct 1961) (in French) (19). Histoire & collections: 48.
  • Marie-Claire Lauvray et Dominique Pascal, La Renault 4 de mon Père, éditions E.T.A.I.
  • Auto Plus - La Collection, Les classiques de l'automobile, Renault 4L 1962, 2010, fascicule, no 25, éd. Hachette.
  • Revue technique automobile Renault 4. 747, 782, 845, 852 cm3, éditions E.T.A.I.
  • Revue technique automobile Renault 4. 956 et 1 108 cm3, éditions E.T.A.I.
  • Pat Perna, Juan, Mon tour du monde en 4L – De Meudon à Dakar, approximativement, Édition Vents D'Ouest.
  • Andreas Gaubatz, Jan Erhartitsch: Renault 4. 1. Auflage, Motorbuch Verlag, Stuttgart 2014, ISBN 978-3-613-03685-7.
  • Ingo Meier: Der fantastische Vier. In: Oldtimer Markt, Ausgabe Juli 2011, S. 12–20.
  • Claus V. Schraml: Der Renault R 4 – eine Legende. 1. Auflage, Runkersraith-Verlag, Starnberg 2012, ISBN 978-3-943668-00-1.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]