rule

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 23:26, 29 Ιουλίου 2023 από τον Stephilippou (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
rule rules

rule (en)

ενεστώτας rule
γ΄ ενικό ενεστώτα rules
αόριστος ruled
παθητική μετοχή ruled
ενεργητική μετοχή ruling

rule (en)



rule (de)